- διηλεκτρολυσία
- και διηλεκτρόλυση, ηιατρ. θεραπευτική μέθοδος κατά την οποία εισάγονται φαρμακευτικές ουσίες στους ιστούς τού σώματος με ηλεκτρολυτική μέθοδο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
διηλεκτρόλυση — η ιατρ. διηλεκτρολυσία … Dictionary of Greek